Επεμβάσεις Βλεφάρων
ΠΤΩΣΗ
Πτώση είναι ο ιατρικός όρος για την περίπτωση που η θέση του άνω βλεφάρου είναι χαμηλότερη από το φυσιολογικό. Υπάρχουν πολλά αίτια της πτώσης που περιλαμβάνουν το σχετιζόμενο με την ηλικία (γεροντικό) αδυνάτισμα του μυ ή της απονεύρωσης του μυ, συγγενής αδυναμία του μυ, τραύμα ή και κάποιες φορές νευρολογικής φύσεως νόσος.
Καθώς μεγαλώνουμε, ο τένοντας (απονεύρωση) που κρατάει τον ανελκτήρα μυ του βλεφάρου, ο οποίος είναι ο κύριος μυς που μπορεί να ανασηκώσει το άνω βλέφαρο, μπορεί να επιμηκυνθεί σταδιακά και να είναι το αίτιο της πτώσης του άνω βλεφάρου. Αυτή είναι και η πιο συχνή αιτία της πτώσης.
Η πτώση μπορεί να διορθωθεί χειρουργικά και συνήθως επιτυγχάνεται με βράχυνση του ανελκτήρα μυ. Σε πολύ σοβαρή πτώση, όταν ο ανελκτήρας μυς είναι υπερβολικά αδύναμος, τότε προσδένεται ο ανελκτήρας μυς μέσω ενός «νήματος» στους μυς του μετώπου και έτσι μεταφέρεται η κίνηση τους στο βλέφαρο όταν ο ασθενής ανασηκώνει το μέτωπο.
ΕΚΤΡΟΠΙΟ
Εκτρόπιο είναι η πάθηση κατά την οποία το κάτω βλέφαρο στρέφεται προς τα έξω. Το συχνότερο αίτιο του εκτροπίου είναι η οριζόντια χαλάρωση του δέρματος του κάτω βλεφάρου που εμφανίζεται με την αύξηση της ηλικίας. Επίσης, αίτια του εντροπίου είναι τραυματισμοί, χημικά ή θερμικά εγκαύματα και όγκοι του δέρματος των βλεφάρων.
Στο εκτρόπιο το βλέφαρο δεν κλείνει σωστά και ο ασθενής παραπονείται για δακρύρροια, αίσθηση ξένου σώματος, βλεννώδεις εκκρίσεις και επηρεασμένη όραση.
Το εκτρόπιο μπορεί να διορθωθεί χειρουργικά με τοπική αναισθησία και συνήθως επιτυγχάνεται με αποκατάσταση της θέσης του κάτω βλεφάρου.
ΕΝΤΡΟΠΙΟ
Εντρόπιο καλείται η πάθηση στην οποία το κάτω βλέφαρο (σπάνια και το άνω) στρέφεται προς τα έσω. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να τρίβονται οι βλεφαρίδες στην επιφάνεια του βολβού (τριχίαση), προκαλώντας έντονο ερεθισμό και πόνο στο μάτι.
Ειδικότερα, από την τριβή των βλεφαρίδων στον κερατοειδή, μπορούν να προκληθούν άσχημες καταστάσεις όπως απόπτωση του επιθηλίου του κερατοειδούς, έλκη και μόνιμες θολερότητες στον ιστό αυτό.
Το συχνότερο αίτιο του εντροπίου είναι η χαλάρωση του δέρματος και γενικότερα των ιστών των βλεφάρων που επέρχεται με την αύξηση της ηλικίας. Πιο σπάνια αίτια είναι φλεγμονώδεις παθήσεις των βλεννογόνων που μπορεί να οδηγήσουν σε ουλοποίηση των ιστών (ουλώδες εντρόπιο) και το σπαστικό εντρόπιο.
Το εντρόπιο μπορεί να διορθωθεί χειρουργικά με τοπική αναισθησία και συνήθως επιτυγχάνεται με αποκατάσταση της θέσης του κάτω βλεφάρου.
Επίσης, η θεραπεία της τριχίασης μπορεί να γίνει με διάφορες μεθόδους όπως, διαθερμία, κρυοπηξία, ηλεκτρόλυση ή χειρουργικό διαχωρισμό και αφαίρεση του προσθίου πετάλου του βλεφάρου που φέρει τις βλεφαρίδες.
ΠΑΡΕΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΝΕΥΡΟΥ
Η πάρεση του προσωπικού νεύρου έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία σύσπασης των μυών του προσώπου που νευρώνονται από το σύστοιχο νεύρο. Ο πάσχων δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τους μυς στο μέτωπο, γύρω από τα μάτια, στο μάγουλο και γύρω από το στόμα.
Η πάρεση συνήθως είναι ιδιοπαθής (δεν ανευρίσκεται η αιτία), ή μπορεί να είναι μετά από κάποιο κρύωμα (μεταλοιμώδης). Πολύ σπάνια μπορεί να οφείλεται σε κάποιο όγκο που πιέζει το νεύρο στην πορεία του ή σε τραυματισμό του νεύρου.
Λόγω της αδυναμίας του σφιγκτήρα μυ των βλεφάρων να λειτουργήσει, το κλείσιμο των βλεφάρων είναι σχεδόν αδύνατο.
Έτσι, παρατηρείται ότι η βλεφαρική σχισμή είναι πάντα ανοικτή και ο κίνδυνος είναι τεράστιος για τον βολβό ο οποίος δεν προστατεύεται σωστά από τα βλέφαρα και αφυδατώνεται συνεχώς.
Ο κερατοειδής είναι συνεχώς εκτεθειμένος με κίνδυνο να υποστεί κερατίτιδα και έλκος, με μόνιμες αλλοιώσεις στον οπτικό άξονα και έκπτωση της όρασης.
Η θεραπεία στοχεύει στην προστασία του βολβού από τη συνεχή έκθεση του, ούτως ώστε να μην αφυδατώνεται η επιφάνεια του. Συνεχής χρήση τεχνητών δακρύων κατά τη διάρκεια της ημέρας και κλείσιμο των βλεφάρων με επίδεσμο/αυτοκόλλητη ταινία κατά τον ύπνο, είναι τα πρώτα μέτρα που λαμβάνονται.
Σε βαριές περιπτώσεις, όπου η λειτουργία του νεύρου δεν αποκαθίσταται, τότε η θεραπεία είναι χειρουργική και μπορεί να συνδυάζει ένθεση βαριδίου χρυσού στο άνω βλέφαρο, χειρουργική αποκατάσταση του κάτω βλεφάρου, κανθοπλαστική, ή ταρσοραφή.
ΟΓΚΟΙ ΒΛΕΦΑΡΩΝ
Υπάρχει μία πληθώρα καταστάσεων κατά τις οποίες παρατηρούνται διάφορα μορφώματα (όγκοι) στην επιφάνεια των βλεφάρων, που μπορεί να ανήκουν στις καλοήθεις αλλοιώσεις του δέρματος (θηλώματα – γνωστά και ως μυρμηκιές, χαλάζιο, κριθή, ξανθελάσματα) ή να ανήκουν στις κακοήθεις αλλοιώσεις του δέρματος (βασικοκυτταρικό καρκίνωμα, καρκίνωμα των σμηγματογόνων αδένων, μελάνωμα).
Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι απαραίτητη και αναγκαία η εκτόμη του όγκου, με ταυτόχρονη βιοψία του, που θα μας οδηγήσει και στη σωστή διάγνωση και ενδεχομένως σε επιπλέον θεραπεία (χημείο- ή ακτινοθεραπεία, όρια όγκου ελεύθερα καρκινικής διήθησης).
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Υπάρχουν περιπτώσεις όπου το έλλειμα του δέρματος των βλεφάρων είναι εκτεταμένο, συνήθως λόγω εκτομής ενός μορφώματος (καρκίνου) ή λόγω τραυματισμού.
Σε αυτά τα περιστατικά χρειάζεται να διενεργηθούν πιο σύνθετες επεμβάσεις χειρουργικής αποκατάστασης, στις οποίες είναι αναγκαίο να μεταφερθεί δέρμα από γειτονικές περιοχές (δερματικοί κρημνοί) ή από απομακρυσμένες περιοχές (μεταμόσχευση δέρματος) για να καλύψουν το έλλειμα.
Σε κάποιες πιο περίπλοκες περιπτώσεις η χειρουργική αποκατάσταση μπορεί να χρειαστεί περισσότερες από μια επεμβάσεις για να ολοκληρωθεί (σταδιακή αποκατάσταση).